Μια από τις ιδιότητες του εγκεφάλου είναι ο έλεγχος της κατάστασης στην οποία βρίσκεται το σώμα με τα επιμέρους όργανά του, καθώς και η παροχή θεραπείας όταν παρουσιαστεί κάποια πάθηση.
Όταν ο εγκέφαλος ανιχνεύσει κάποια βλάβη σε ένα όργανο ή σε μια περιοχή του σώματος, τότε ξεκινά τη δημιουργία και εναπόθεση κρυσταλλικών ιζημάτων σε διάφορες -φαινομενικώς άσχετες- περιοχές κάτω από την επιδερμίδα. Τα κρυσταλλικά ιζήματα αποτελούν το "υλικό" των αντανακλαστικών σημείων.
Τα κρυσταλλικά ιζήματα κατά προσέγγιση, διαθέτουν τη μορφή ψιλής άμμου, η δε έκταση που καταλαμβάνουν είναι ευθέως ανάλογη του μεγέθους της βλάβης που απευθύνονται. Όσο μεγαλύτερη και παλαιότερη είναι η βλάβη τόσο αντιστοίχως μεγεθυμένη καθώς και σκληρότερη παρουσιάζεται η επιφάνεια των αντανακλαστικών σημείων.
Ο ρεφλεξολόγος καλείται να «διαβάσει» τα αντανακλαστικά σημεία με την αφή των δακτύλων του και με κατάλληλους χειρισμούς (κατά κύριο λόγο πιέσεις) να τα διεγείρει. Κατόπιν, ο οργανισμός μέσω του νευρικού συστήματος στέλνει το «μήνυμα» της διέγερσης στον εγκέφαλο, προκειμένου ο ίδιος να ξεκινήσει τη διαδικασία της αυτοϊασης και να θεραπεύσει την πάσχουσα περιοχή.
Τα αντανακλαστικά σημεία συνήθως δημιουργούνται αμέσως μετά από την εμφάνιση της βλάβης, αν και σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται να παρέλθει κάποιο χρονικό διάστημα προκειμένου αυτά να δημιουργηθούν. Τα αντανακλαστικά σημεία απαντώνται σε χάρτες, οπότε βρίσκονται σε συγκεκριμένες περιοχές. Δεν είναι ανιχνεύσιμα από μη ειδικευμένα άτομα, η ύπαρξή τους δηλαδή δε γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή.
Τα αντανακλαστικά σημεία προκαλούν πόνο διότι κατά τη διάρκεια της θεραπείας ο ρεφλεξολόγος ασκεί πίεση σε αυτά. Ο πόνος ποικίλει, από ήπιος έως αρκετά έντονος αλλά κυμαίνεται πάντοτε σε ανεκτά επίπεδα και υφίσταται μόνο όσο διαρκούν οι πιέσεις. Όσο πιο ισχυρή παρουσιάζεται η βλάβη και κατ' επέκταση τα αντανακλαστικά σημεία, τόσο αντιστοίχως εντονότερος εμφανίζεται ο πόνος που προκαλούν.
Τα προσδοκόμενα αποτελέσματα στη συντριπτική πλειονότητα των παθήσεων διαφαίνονται από την πρώτη συνεδρία, βελτιώνεται δηλαδή η ποιότητα της ζωής του ασθενούς από την αρχή της αγωγής του και με τις επαναλήψεις των συνεδριών, επέρχεται σταδιακά η μονιμότητα της θεραπείας. Υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό περιστατικών, στο οποίο καθυστερεί ελαφρώς η επίτευξη των πρώτων αποτελεσμάτων.
Η ρεφλεξολογία είναι μια αμιγώς φυσική μέθοδος, η οποία δεν προκαλεί παρενέργειες όπως αυτές που παρουσιάζονται στη συμβατική ιατρική. Το μόνο "μελανό σημείο" της θεραπείας αποτελεί η ενδεχόμενη δημιουργία μελανών σημείων στα πόδια, τα οποία ενδέχεται να προκληθούν στα σημεία των πιέσεων αλλά υποχωρούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς ποτέ να προκαλούν κάποιο διαρκές ζήτημα.